Το ερώτημα που μας τίθεται στη σημερινή συνέλευση δεν είναι άλλο από το αν οποιαδήποτε συνέλευση ή άλλη συλλογική μας διαδικασία από εδώ και στο εξής πρόκειται να έχει το παραμικρό ουσιαστικό νόημα. Από το αν δηλαδή σκοπεύουμε να βάλουμε τέλος σε έναν φαύλο κύκλο αυτοαναίρεσης και αυτοακύρωσής μας ως σώματος εργαζομένων στην ενημέρωση. Έναν φαύλο κύκλο, που απειλεί να μετατρέψει την ΕΣΗΕΑ σε λέσχη φλυαρίας και ανούσιων μικροανταγωνισμών ή μικροεξαρτήσεων, την ώρα που τα μέλη της θα είναι ένα άθροισμα ανυπεράσπιστων ατόμων, χωρίς δίχτυ προστασίας απέναντι στην εργοδοσία, χωρίς συλλογική σύμβαση, βιώσιμες αποδοχές ή ασφαλιστική κάλυψη, χωρίς συλλογικούς δεσμούς και σημεία αναφοράς – εντέλει, χωρίς το κυριότερο: την αξιοπρέπεια της δουλειάς τους.
Οι εργοδότες των ΜΜΕ, αξιοποιώντας στο έπακρο τις «ευκαιρίες» που έδιναν τα Μνημόνια και οι υποδείξεις της τρόικας Ε.Ε.- ΕΚΤ- ΔΝΤ, μετατρέποντας τα περισσότερα ΜΜΕ σε θλιβερούς προπαγανδιστές της τρόικας, απαξιώνοντας το δημόσιο αγαθό της ενημέρωσης και χρεοκοπώντας τις επιχειρήσεις τους για να πλουτίσουν οι ίδιοι, έχουν μετατρέψει τον κλάδο σε «πιλότο» εργασιακού μεσαίωνα.
Οδήγησαν στην ανεργία χιλιάδες συναδέλφους, μείωσαν με εκβιασμούς τους μισθούς, επέβαλαν ατομικές συμβάσεις, επέκτειναν την επισφαλή και ανασφάλιστη εργασία, θέλουν να σβήσουν από το χάρτη την ΕΣΗΕΑ κι όλες τις συλλογικές οργανώσεις των εργαζομένων και να απαλλαγούν για πάντα από την ενοχλητική «ρουτίνα» των διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων.
Το πώς φθάσαμε ως ΕΣΗΕΑ μέχρι εδώ δεν είναι της παρούσης. Οι αγκυλώσεις, καταστατικές και άλλες, της Ένωσης είναι γνωστές. Οι συσχετισμοί είναι δεδομένοι. Τα σχέδια που δοκιμάσθηκαν, ή δεν δοκιμάσθηκαν, για την απόκρουση της επίθεσης που δεχόμαστε, είναι και αυτά γνωστά.
Το θέμα τώρα είναι, με την αυτοπρόσωπη παρουσία όλων μας στη Γενική Συνέλευση, να αναλάβει ο καθένας και η καθεμία την ευθύνη της τοποθέτησής του για το πώς πάμε παρακάτω. Αυτή την ευθύνη κανείς δεν μπορεί να την αποφύγει ή να τη μεταθέσει σε άλλον. Η λογική της ανάθεσης, η λογική του καναπέ, έχει πεθάνει.
Δεν είναι δυνατόν να κρύβεται άλλο η διοίκηση της ΕΣΗΕΑ πίσω από τις υποτιθέμενες διαθέσεις των μελών, αλλά ούτε και τα μέλη πίσω από τις υστερήσεις της διοίκησης. Δεν είναι δυνατόν να αναμένουμε ότι θα φρενάρουμε την υποβάθμιση του κλάδου, χωρίς να χάσουμε τη βολή μας. Δεν είναι δυνατόν οι όποιες προτάσεις κινητοποίησης να θεωρούνται άλλοτε υπερβολικές και άλλοτε «πολύ λίγες» – αλλά ποτέ επίκαιρες. Δεν είναι δυνατόν να επενδύουμε ακόμη σε λογικές «διακριτικής εξαίρεσης» του δικού μας κλάδου, λόγω της προηγούμενης προνομιακής θέσης του σε ένα πλέγμα εξουσίας το οποίο ξεχνάμε ότι και το ίδιο έχει ήδη καταρρεύσει.
Χρειάζεται βέβαια επεξεργασμένο αγωνιστικό σχέδιο βήμα το βήμα – καμία αντίρρηση για αυτό. Όμως το σχέδιο προϋποθέτει το πρώτο βήμα: τη συλλογική μας δέσμευση ότι δεν θεωρούμε τετελεσμένη καμία από μονομερείς ενέργειες εργοδοσίας, κυβέρνησης και τρόικας. Ότι απόλυτη προτεραιότητά μας είναι να διακοπεί κάθε προσπάθεια εφαρμογής του ν. 4046/12 και κάθε άλλης αντεργατικής νομοθεσίας που απορρέει από το Μνημόνιο. Να ανακοινώσει εδώ και τώρα η υπηρεσιακή κυβέρνηση την αναστολή εφαρμογής της τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές. Να δεσμευτούν ρητά όλα τα κόμματα ότι αμέσως μετά τις εκλογές θα φέρουν διάταξη για την κατάργησή της. Να προειδοποιήσουμε από τώρα τις εργοδοτικές ενώσεις ότι τις εργοδοτικές ενώσεις ότι θα μας βρεί μπροστά τους κάθε απόπειρα εφαρμογής μιας υπό κατάργηση αντεργατικής νομοθεσίας.
Μέχρι πρότινος, αρκετοί συνάδελφοι έκριναν (συνήθως καλόπιστα, δεν λέω) ότι οι διαρκείς υποχωρήσεις του κλάδου οφείλονταν στην άκαμπτη και μαξιμαλιστική υποτίθεται στάση της συνδικαλιστικής μας ηγεσίας. Στο ότι δηλαδή διεκδικούσαμε το ανέφικτο, αντί να επιδιώξουμε με μια συμβιβαστική στάση να περισώσουμε ό,τι ήταν να περισωθεί. Η πραγματικότητα όμως έδωσε την αμείλικτη απάντησή της σε αυτή την προσδοκία, για να μην την πώ φαντασίωση. Ο συμβιβασμός προϋποθέτει ότι στην απέναντι πλευρά έχεις κάποιον πρόθυμο τουλάχιστον να συνομιλήσει, πόσω μάλλον να συμβιβασθεί. Όμως σε συνθήκες μνημονίων, η εργοδοτική πλευρά είναι σε θέση, με τις πλάτες κυβέρνησης και τρόικας, να μας τα πάρει όλα και δεν την αφορά η δική μας «ευελιξία» και ο «ρεαλισμός».
Το κρισιμότερο ερώτημα ωστόσο συνάδελφοι είναι αν σκοπεύουμε ή όχι να συντονισθούμε με την κοινωνία σε μία στιγμή που οι τεκτονικές της πλάκες μετακινούνται – καταπλήσσοντας και εμπνέοντας όλη την Ευρώπη. Αν δηλαδή ο χώρος της ενημέρωσης, που στιγματίσθηκε ως προπαγανδιστής του μνημονίου, αλλά και πιλοτικός χώρος εφαρμογής του, καννιβαλίζοντας τους εργαζόμενούς του, θα συναντηθεί με τη λαϊκή διάθεση, που παραμερίζει τα εκβιαστικά διλήμματα.
Απέναντι στις πραγματικές αντιδημοκρατικές εκτροπές, η αγωνιστική παρουσία του κλάδου αυτές ακριβώς τις στιγμές, που επισφραγίζεται μέσα και έξω από τις κάλπες η καταψήφιση του μνημονίου, αποτελεί εγγύηση ότι η δημοκρατία επιτέλους θα λειτουργήσει και η φωνή της κοινωνίας θα ακουσθεί.