Του Νίκου Ε. Σίμου
Δεν διάλεξα τυχαία τον τίτλο αυτό που είναι ο τρόπος με τον
οποίο έκλεινε τις εκπομπές του, την εποχή του Μακαρθισμού, ο ρεπόρτερ του CBS
Έντουαρντ Μόροου. Αλλά ούτε υπαινίσσομαι ότι επικρατούν σήμερα οι άθλιες
συνθήκες της εποχής εκείνης. Δόξα τω Θεώ ζούμε σε καθεστώς Δημοκρατίας, ασχέτως
αν εν ονόματί της όλοι σχεδόν διαπράττουν ανοσιουργήματα που ακυρώνουν την
έννοια της. Απλώς θέλω να πω ότι τη συλλογιστική του «μακαρθισμού» δεν είναι
απαραίτητο να την επιβάλει ένα πολιτικό σύστημα. Υπάρχουν πλείστοι άλλοι
επιτήδειοι στο τηλεοπτικό τοπίο, από επιχειρηματίες-προμηθευτές,
δημοσιογράφους, συνδικαλιστές και κάθε άλλης μορφής εκπρόσωποι συμφερόντων που
σχετίζονται με την τηλεόραση, που μπορούν ανέτως να εφαρμόζουν συνθήκες
μακαρθισμού, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα στενά συμφέροντά τους. Υπό την
ανοχή βεβαίως του πολιτικού συστήματος, το οποίο, αν δεν συμμετέχει σε τέτοιου
είδους καταστάσεις κλείνει τα μάτια ή νίπτει τας χείρας του.
Η δημόσια τηλεόραση πάντοτε υπήρξε το θύμα τέτοιου είδους
τακτικών. Διότι είχε σταθερά έσοδα. Πολύ περισσότερο τώρα που η κρίση αποκάλυψε
το εγκληματικό λάθος του μαξιμαλισμού σε κάθε επίπεδο της ελληνικής ζωής. Πολύ
περισσότερο στα ΜΜΕ και ιδίως στην ιδιωτική τηλεόραση, η οποία, κυριολεκτικώς,
έχει γονατίσει. Έτσι, καθώς έχει μείνει μόνο μία δεξαμενή δυνητικών τουλάχιστον
εσόδων για την αγορά του τηλεοπτικού τοπίου, δηλαδή η δημόσια τηλεόραση, ο περί
αυτήν ανταγωνισμός και οι διαγκωνισμοί, έχουν λάβει απίθανες διαστάσεις.
Τα παραπάνω είναι ένα μέρος μόνο των περί την δημόσια
τηλεόραση συνθηκών. Παραδοσιακώς, το γεγονός ότι η δημόσια τηλεόραση –και το
ραδιόφωνο- ανήκει στο κράτος, ήταν μάλλον φυσικό για την ελληνική ιδιοσυγκρασία
να δημιουργήσει την πεποίθηση ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ελέγχουν τον τρόπο
λειτουργίας της. Ασφαλώς και πρέπει να υπάρχει έλεγχος κυρίως ως προς τα
οικονομικά της δημόσιας τηλεόρασης και τον τρόπο που γίνεται η διαχείριση
αυτών. Όμως στην Μεταπολίτευση, η πεποίθηση αυτής της λογικής και, γιατί όχι,
της αντίληψης περί κομματικής ιδιοκτησίας της δημόσιας τηλεόρασης, «ξεχείλωσε»
σε σημείο ώστε, ειδικώς στα χρόνια της δεκαετίας του ’80, η δημόσια τηλεόραση
να είναι κατ’ ευφημισμόν δημόσια, αφού οι πολιτικές παρεμβάσεις καθόριζαν όχι
μόνο τον τρόπο λειτουργίας της, αλλά και το δημοσιογραφικό, (πολιτικό,
πολιτιστικό και οικονομικό της) περιεχόμενο. Φαίνεται δε ότι η «κληρονομιά» της
δεκαετίας του ’80 δεν έχει ακόμη φαγωθεί...
Το γεγονός ότι παρ’ όλα όσα περιγράφονται παραπάνω η δημόσια
τηλεόραση εξακολουθεί να θεωρείται από το ευρύ κοινό αξιόπιστη αποκαλύπτει
τελικώς τις τεράστιες δυνατότητές της. Το αν η δημόσια τηλεόραση, μεταξύ άλλων,
έχει πέσει, κατά καιρούς, θύμα αναξιοκρατίας, με ευθύνη πολιτικών γραφείων, δεν
σημαίνει, αναγκαστικώς ότι χάνει και τη δυναμική της. Πάντοτε θα υπάρχουν
υπολείμματα ικανών ανθρώπων που αγωνίζονται ευσυνείδητα για το καλό της ΕΡΤ.
Επομένως, αν θέλει πράγματι κάποιος να αξιολογήσει στις σωστές της διαστάσεις
την δημόσια τηλεόραση, παρά τα μειονεκτήματα που κατά καιρούς τις «φυτεύουν»,
θα πρέπει να την δει όχι μέσα από το στενό πρίσμα των ποσοστών τηλεθέασης. Διότι
ποιος αλήθεια τηλεθεατής της ΕΡΤ δέχεται να βάλει μηχανάκι της άλφα ή δείνα
εταιρίας σπίτι του, αν μάλιστα δεχθούμε ότι το κοινό της δημόσιας τηλεόρασης
έχει μορφωτικό επίπεδο υψηλότερο από εκείνο όσων παρακολουθούν σε άλλα κανάλια
reality της πλάκας...
Το άλλο παράλογο στοιχείο, όσον αφορά στην ΕΡΤ είναι η
αντιμετώπισή της από την Πολιτεία ως και αν είναι ένας οποιοσδήποτε δημόσιος
οργανισμός. Έτσι, ενώ παίρνει ένα τέλος από τον κάθε πολίτη που αποκαλείται
ανταποδοτικό, κατά καιρούς η Πολιτεία παίρνει πρωτοβουλίες, που ακυρώνουν την
ανταπόδοση που η δημόσια τηλεόραση είναι υποχρεωμένη να προσφέρει σε αυτούς που
την πληρώνουν. Αυτή η «ανταπόδοση» βάλλεται ιδιαιτέρως στους μνημονιακούς
χρόνους που ζούμε. Επομένως η ΕΡΤ εμφανίζεται να μην είναι συνεπής στις εκ του
νόμου απορρέουσες υποχρεώσεις της. Που είναι ένα πλούσιο, ευπρεπές,
αντικειμενικό ενημερωτικό και ψυχαγωγικό πρόγραμμα. Αλλά βλέποντας την ΕΡΤ και
μέσα από ένα καθαρά πολιτικό πρίσμα μπορεί κανείς να πει ότι υπάρχει, σε
αρκετές περιπτώσεις, μία παρέκκλιση από τη βασική υποχρέωσή της να ικανοποιεί
όλο τον κόσμο που πληρώνει, ανεξαρτήτως που κομματικά ανήκει, αφού το
ανταποδοτικό τέλος το πληρώνουν, αναγκαστικώς, πολίτες μπλε, πράσινοι,
κόκκινοι, ροζ και φαιοί.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η ΕΡΤ ποτέ δεν θα γίνει BBC.
Διότι ακόμη και αν υπήρχε πολιτική βούληση γι’ αυτό, η ιδιοσυγκρασία μας ως
λαού το απαγορεύει. Άλλωστε και στην πολιτική αλλά και μέσα στη δημόσια
τηλεόραση ή γύρω από αυτήν Έλληνες συνωθούνται, βεβαίως, και όχι πρόσωπα με
κουλτούρα και ηθική ...Ελβετών!
πηγή: εφημερίδα "Παραπολιτικά"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου